ακρυλική αλδεΰδη

ακρυλική αλδεΰδη
Βλ. λ. ακρολεΐνη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ακρολεΐνη ή ακρυλική αλδεΰδη ή προπενάλη — Ακόρεστη αλδεΰδη (βλ. λ.), το απλούστερο μέλος της σειράς, με τύπο CH2=CH CHO. Είναι υγρό άχρωμο, πτητικό, εξαιρετικά δραστικό, εύφλεκτο και πολύ επικίνδυνο για βιομηχανική χρήση. Έχει σημείο βρασμού 52,5°C, έντονη δυσάρεστη ερεθιστική οσμή και… …   Dictionary of Greek

  • λίπη — Οργανικές ενώσεις, οι οποίες περιέχουν άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο. Ο όρος λ. αναφέρεται γενικά σε μείγματα τριεστέρων της γλυκερίνης με κορεσμένα (παλμιτικό, στεαρικό κ.ά.) και ακόρεστα (ελαϊκό κ.ά.) λιπαρά οξέα, τα οποία διαθέτουν 4 20 άτομα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”